Skip to main navigation Skip to main content Skip to page footer
Menu

Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ

Ανασκαφή, μελέτη και ανάδειξη επιλεγμένων περιοχών της αρχαίας πόλης και του Ιερού του Απόλλωνος Μαλεάτα και Ασκληπιού στην Επίδαυρο (Β. Λαμπρινουδάκης, Στ. Κατάκης, Α. Σφυρόερα)

Η ανασκαφική έρευνα στο ιερό του Απόλλωνος Μαλεάτα και Ασκληπιού στην Επίδαυρο συνδέεται άρρηκτα με το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο πρώτος ανασκαφέας του, Παναγής Καββαδίας (1870-1926) που εργάσθηκε εκεί υπό την αιγίδα της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ολοκλήρωσε την καριέρα του ως καθηγητής Ιστορίας της Αρχαίας Τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή (1904-1922). Το 1974 ο Βασίλειος Λαμπρινουδάκης, καθηγητής επίσης του ΕΚΠΑ, ανέλαβε τη συνέχιση των ανασκαφών του Ιωάννη Παπαδημητρίου στο ιερό τού Απόλλωνος Μαλεάτα, πάντα στο πλαίσιο της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Ο ίδιος υπήρξε από το 1984 πρόεδρος της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου, του φορέα που είχε την ευθύνη συντήρησης, ανάδειξης και αναστήλωσης των σημαντικότερων κτηρίων του ιερού. Το 2016, μετά την κατάργηση της Επιτροπής, η ανασκαφή στο Ασκληπιείο και την αρχαία πόλη της Επιδαύρου έγινε πανεπιστημιακή, υπό τη διεύθυνση του ομότιμου πλέον καθηγητή Βασιλείου Λαμπρινουδάκη με συνδιευθυντή τον καθηγητή Ρωμαϊκής Κλασικής Αρχαιολογίας Στυλιανό Κατάκη και με τη συμμετοχή της δρ Αλεξάνδρας Σφυρόερα, μέλους ΕΔΙΠ. Από το 1974 έως σήμερα μερικές εκατοντάδες φοιτητών και φοιτητριών του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου μας, αλλά και πολλών πανεπιστημίων του εξωτερικού, εκπαιδεύτηκαν στην ανασκαφή, τεκμηρίωση, και τα τελευταία χρόνια, στην αρχαιολογική διαχείριση. Τέλος, εκπονήθηκαν και εκπονούνται αρκετές μεταπτυχιακές εργασίες και διδακτορικές διατριβές με θέμα ευρήματα των εκεί ανασκαφών.

Ασκληπιείο

Α) Μνημεία της αρχαϊκής έως ελληνιστικής εποχής:

Οι ανασκαφές πραγματοποιούνται υπό τη διεύθυνση του καθ. Β. Λαμπρινουδάκη, με συμμετοχή της δρ. Α. Σφυρόερα, σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδος, με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.

Α.1. Αρχαϊκό κτήριο με υπόγειο:

Οι ανασκαφές ανατολικά της Θόλου από το 2016 αποκάλυψαν το προδρομικό της κτήριο, που χρονολογείται περί το 600 π.Χ. Συγκεκριμένα πρόκειται για οικοδόμημα με υπόγειο χώρο λαξευμένο στον σκληρό φυσικό βράχο, με βοτσαλωτό δάπεδο και τοίχους επενδεδυμένους με σκούρο ερυθρό κονίαμα. Η κάθοδος στο υπόγειο γινόταν από τη ΝΔ. γωνία του κτηρίου μέσω κτιστής κλίμακας. Όλοι οι περιμετρικοί τοίχοι του υπογείου και η κλίμακα καθαιρέθηκαν ολοσχερώς λίγο πριν ξεκινήσουν οι εργασίες οικοδόμησης της Θόλου. Στην ΝΔ. γωνία του υπογείου έχει αποκαλυφθεί κυκλικής κάτοψης λεκάνη, διαμορφωμένη μέσα στο πάχος του δαπέδου. Το ισόγειο αποτελείτο από οίκο, οι τοίχοι του οποίου ήταν κτισμένοι από πλίνθους, με περίσταση αποτελούμενη από 3 Χ 5 στύλους. Το κτήριο είναι ως προς τη μορφή του μοναδικό και για την εποχή του ιδιαίτερα προοδευτικό.

Τον 4ο π.Χ. αιώνα κατά τον σχεδιασμό και την οικοδόμηση της Θόλου, οι κατασκευαστές της σεβάστηκαν πλήρως τα κατάλοιπα του προγενέστερου, αρχαϊκού κτηρίου. Η Θόλος δεν θεμελιώθηκε επ’ αυτού, αλλά δυτικότερα, ώστε μόνον η αναβάθρα της να καλύπτει την περίσταση του προδρομικού της κτηρίου.Έτσι επιτεύχθηκε η συνειδητή συνέχιση της ίδιας χθόνιας λατρείας του Ασκληπιού από το παλαιό στο νέο κτήριο. Η αποκάλυψη του αρχαϊκού κτηρίου ανατροφοδότησε τη συζήτηση σχετικά με την πρώιμη μορφή και οργάνωση του ιερού, και αποδεικνύει ότι οι αρχές του Ασκληπιείου ανάγονται στον 7ο και όχι τον 6ο π.Χ. αιώνα, όπως μέχρι τώρα πιστεύαμε.

Α.2. Βωμός Ασκληπιού και Ηπιόνης:

Στοχευμένες ανασκαφικές εργασίες απέδειξαν την ύπαρξη μίας παλαιότερης, αρχαϊκής, φάσης του βωμού εδάφους από πωρολίθους που ακολουθεί τον προσανατολισμό του Αρχαϊκού κτηρίου με υπόγειο.

Α.3. Βωμός Ασκληπιού:

Οι αρχαιολογικοί καθαρισμοί και η περιορισμένη ανασκαφική έρευνα έδωσαν μία σαφή εικόνα της αρχικής φάσης του Βωμού: επιμήκης τράπεζα με πρόθυση στο νότιο πέρας της, η οποία καλυπτόταν από τετράστυλη στέγαση. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, προφανώς σε συνέχεια κάποιας καταστροφής, η πρόθυση αναδιευθετήθηκε, διατηρώντας πάντως την αρχική της μορφή.

Τέλος, οι επανατοποθετήσεις και ανατάξεις οικοδομικού υλικού του Βωμού συνέβαλαν στην καλύτερη πρόσληψη της μορφής του.

Α.4. Προπύλαια:

Ανασκαφικοί καθαρισμοί γύρω από το κτήριο έχουν αποκαλύψει τα πλευρικά αναλήμματα επί των οποίων εδράσθηκε το κτήριο, τους τοίχους  των πλευρών τους οι οποίοι επεκτεινόμενοι όριζαν την πομπική οδό πριν και μετά από αυτό, καθώς και τη δίοδο για τους καθημερινούς επισκέπτες του ιερού στο ευρύτερο δυτικό ανάλημμα. Οι ανασκαφικοί αυτοί καθαρισμοί αποτέλεσαν το πρώτο στάδιο συντήρησης και διαμόρφωσης του μνημείου ενόψει της έναρξης των εργασιών της Προγραμματικής Σύμβασης ΥΠ.ΠΟ. - Δήμου Επιδαύρου - Περιφέρειας Πελοποννήσου, η οποία προβλέπει την αποκατάσταση και χρήση από τους σύγχρονους επισκέπτες της αρχαίας πρόσβασης στο ιερό.

Α.5. Ιερά πλατεία:

Στο Ασκληπιείο απελευθερώθηκε η μεγάλη πλατεία, στο κέντρο του ιερού, από τους λίθους κτηρίων και αναθημάτων, οι οποίοι ήταν αποτεθειμένοι εκεί ήδη από τα χρόνια της μεγάλης ανασκαφής (19ος και αρχές 20ου αιώνα).

Αυτός ο ελεύθερος χώρος, μπροστά από τον ναό, 1500 περίπου τετρ. μέτρων, ήταν ένα βασικό λειτουργικό στοιχείο του ιερού. Μπορούσε να φιλοξενεί το πλήθος των προσκυνητών που έφθανε στο ιερό για να συμμετάσχει στην αιματηρή θυσία στον Ασκληπιό, με την εορταστική πομπή. Οριζόταν προς τα ανατολικά από το βωμό του θεού και στις δυο πλευρές του από ημικυκλικές εξέδρες, αναθήματα και συγχρόνως θέσεις εξεχουσών οικογενειών της Επιδαύρου, από όπου τα μέλη τους παρακολουθούσαν την τελετουργία της θυσίας.

Β)Μνημεία της Ρωμαιοκρατίας και της ύστερης αρχαιότητας:

Στο λεγόμενο Κτήριο Κ οι ανασκαφές πραγματοποιούνται υπό τη διεύθυνση του αναπλ. καθ. Στ. Κατάκη. Στο οικοδομικό αυτό συγκρότημα, βόρεια της Στοάς του «Αβάτου» κατά μήκος της κύρια οδού που από τα Προπύλαια οδηγεί στον ναό, ήρθαν στο φως το 1886/87 πέντε αγάλματα θεών και περί τα 30 άλλα γλυπτά αναθήματα, κυρίως αγαλμάτια, που χρονολογούνται από τον 4ο αι. π.Χ. μέχρι και τον 4ο αι. μ.Χ. (σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και στο Μουσείο Επιδαύρου).

Κατά τις νεότερες έρευνες εντοπίστηκε ένα προγενέστερο κτήριο, που χρονολογήθηκε στον πρώιμο 3ο αι. π.Χ., με ιδιαίτερα ισχυρή θεμελίωση από ασβεστολίθους, ανάλογη αυτής του «Εστιατορίου».

Το κτήριο των ρωμαϊκών χρόνων, στο οποίο διαπιστώθηκαν  οικοδομικές φάσεις από τον 2ο μέχρι και τον ύστερο 4ο αι. μ.Χ., περιλαμβάνει μία κεντρική αυλή, μάλλον περίστυλη στις τρεις τουλάχιστον πλευρές της, με χαλικόστρωτο δάπεδο και μία μικρή δεξαμενή από μαρμάρινα μέλη σε δεύτερη χρήση. Στο νοτιοδυτικό τμήμα του «Κ», σε λίγο χαμηλότερο επίπεδο, η διαμόρφωση μίας ευρύχωρης αίθουσας με μία μικρή δεξαμενή/λουτήρα στο δυτικό της άκρο και ένα κυκλικό δωμάτιο στα νότια θυμίζει ανάλογους χώρους στο «Κτήριο Φ» στο Ασκληπιείο που έχει συσχετιστεί με το ιερό των «Αιγυπτίων θεών» που αναφέρει ο Παυσανίας, αλλά και στη Σκανά, την οικία των ιερέων στο ιερό του Απόλλωνος Μαλεάτα, όπου έχουν επίσης συσχετιστεί με το ιερό της Αιγυπτιακής τριάδας. Μία αντίστοιχη λατρεία στο «Κ» δεν έχει ακόμη βεβαιωθεί.

Στο βορειοδυτικό τμήμα του «Κ», σε χαμηλότερο επίπεδο, διατηρείται σχεδόν ακέραιη μία ιδιόμορφη «Κρύπτη», ανοικτή προς Βορρά. Στη δυτική πλευρά της τμήματα κιόνων από άγνωστο αρχικά κτίσμα σχηματίζουν μία τριμερή κόγχη, πίσω από την οποία κενά στο τοίχο επιτρέπουν το μεσημέρι να εισέρχεται το φως του ήλιου. Στο δάπεδο της κρύπτης βρέθηκαν μπηγμένα στον φυσικό βράχο το κατώτερο τμήμα 4 αμφορέων. Η χρήση της «Κρύπτης» παραμένει αινιγματική, η όλη όμως εικόνα του «Κ» συνηγορεί με την άσκηση μίας μυστικιστικής λατρείας στους ύστερους ιδίως ρωμαϊκούς χρόνους.

Αρχαία πόλις Επιδαύρου

Η ανασκαφή πραγματοποιείται στην περιοχή της αγοράς της αρχαίας πόλης, αμέσως βορειοδυτικά του θεάτρου («μικρό θέατρο Επιδαύρου» σήμερα), όπου σύμφωνα με τις πληροφορίες του περιηγητή του 2ου μ.Χ. αιώνα Παυσανία υπήρχε τέμενος του Ασκληπιού με αγάλματα του θεού και της συζύγου του Ηπιόνης ἐν ὑπαίθρῳ και ναός Διονύσου.

Τα προηγούμενα χρόνια είχε αποκαλυφθεί στα βορειοδυτικά του θεάτρου μεγάλο και μνημειακό συγκρότημα Κρήνης του 4ου π.Χ. αιώνα, με υπόστυλη δεξαμενή 11,30 x 20 μ., χώρο υδροληψίας με κρήνες και λεκάνες, καθώς και πρόσοψη με ιωνικούς κίονες. Η Κρήνη στη Ρωμαϊκή εποχή απέκτησε νέα, πολυπλοκότερη μορφή με την προσθήκη στοάς και θολωτού κτηρίου στη βορειοδυτική του πλευρά.

Τελευταία, η έρευνα αποκάλυψε βόρεια της Κρήνης έναν μεγάλο, συνεχόμενο προς αυτήν ορθογώνιο περίβολο από ισχυρούς τοίχους, εσωτερικών διαστάσεων (στη μορφή του επί Ρωμαιοκρατίας) 6,6 (Α-Δ) x 16,25 (Β-Ν) μ. Στην επίχωσή του βρέθηκαν, μεταξύ άλλων, μικρά πήλινα αφιερώματα για ανάρτηση (από δένδρα;), ένα τεμάχιο από θερμοφόρα και τεμάχιο πήλινου αγγείου με χαραγμένα τα γράμματα Α]CΚΛḤ[ΠΙ..  Στο κέντρο του περιβόλου διατηρήθηκε φρέαρ με καλοχτισμένο τοίχωμα, από το οποίο υπόγεια κτιστή οξυκόρυφη σήραγγα οδηγούσε το νερό του στην σε επαφή με τον περίβολο κρήνη Τα αφιερώματα, το φρέαρ και η κρήνη –αφού το νερό ήταν βασικό στοιχείο της λατρείας του Ασκληπιού– δείχνουν ότι το συγκρότημα του περιβόλου και της κρήνης αποτελούσε το άγνωστο ως τώρα «εν άστει» ιερό του Ασκληπιού, το οποίο αναφέρει ο Παυσανίας.

Η ανασκαφή πραγματοποιείται με την οικονομική υποστήριξη του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση, υπό τη διεύθυνση του καθ. Β. Λαμπρινουδάκη, με τη βοήθεια των δρ. Σπ. Πετρουνάκου και δρ. Α. Σφυρόερα.